Η υπεραλίευση, η ρύπανση της θάλασσας, οι προσκρούσεις με σκάφη, ο θόρυβος από τη θαλάσσια και υποθαλάσσια κίνηση, αλλά και η κλιματική αλλαγή έχουν οδηγήσει στη μείωση των πληθυσμών όλων των ειδών δελφινιών στη Μεσόγειο. Επιπλέον, η έλλειψη πρόσφατων στοιχείων σχετικά με την κατανομή τους αλλά και η πλημμελής εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου τόσο σε επίπεδο χωρών όσο και πανευρωπαϊκά φαίνεται ότι συνιστούν σημαντικές απειλές, που πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα και με τη δέουσα σοβαρότητα.
Αυτό ήταν το συμπέρασμα επιστημονικής ημερίδας που φιλοξένησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή Κρίτωνα Αρσένη. Στόχος της συνάντησης, να «γεφυρωθεί το κενό μεταξύ έρευνας – πολιτικής και εφαρμογής» και κατά συνέπεια να προστατευτούν τα δελφίνια και γενικότερα όλα τα κητώδη που διαβιούν στα ευρωπαϊκά ύδατα.
Στη συνάντηση, εκτός από τους επιστήμονες, παρέστη και ο βραβευμένος με Οσκαρ Ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης Λουί Ψυχογιός, ο οποίος κατέθεσε την εμπειρία του μέσα από την κινηματογράφηση του «Ορμου» και, μιλώντας «για λογαριασμό των ψαριών», ζήτησε από την Κομισιόν να βάλει φρένο στις επιδοτήσεις του αλιευτικού στόλου.
Οι ψαράδες
Η ενίσχυση του αλιευτικού στόλου της Μεσογείου και η χρήση εξαιρετικά προωθημένων αλιευτικών εργαλείων έχουν αποδεκατίσει τα είδη των ψαριών με τα οποία τρέφονται τα δελφίνια, με αποτέλεσμα οι πληθυσμοί τους να φθίνουν διαρκώς: «Κατά τη διάρκεια της επιστημονικής μελέτης της Tethys από το 1991 έως το 2007, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι η πυκνότητα των δελφινιών, συγκεκριμένα στην περιοχή του Καλάμου, μειώθηκε έως 25 φορές» επισημαίνει ο Βαγγέλης Παράβας, υπεύθυνος του τομέα προστασίας και πολιτικής της περιβαλλοντικής οργάνωσης MOm, και εξηγεί: «Αυτό οφείλεται, όπως δείχνουν όλα τα δεδομένα, στην υπεραλίευση της σαρδέλας, του βασικού θηράματος του κοινού δελφινιού, από τα γρι γρι». Αποτέλεσμα, από εκατοντάδες άτομα στο προηγούμενο διάστημα, σήμερα να μην αριθμούν πάνω από 5 έως 6.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι οι ηθελημένες θανατώσεις δελφινιών -καθώς οι ψαράδες τα θεωρούν σε πολλές περιπτώσεις «αντίζηλους»- και η εμπλοκή τους σε αλιευτικά εργαλεία και η απόρριψή τους στη συνέχεια στη θάλασσα ως παρεμπίπτον αλίευμα.
Οι 370 εκατομμύρια συνολικά τόνοι πετρελαίου που μεταφέρονται κάθε χρόνο στη Μεσόγειο (πάνω από το 20% των παγκόσμιων μεταφορών) από τα 250-300 τάνκερ που τη διαπλέουν θέτουν τα νερά της και τα είδη που φιλοξενεί σε διαρκή απειλή. Υπολογίζεται, μάλιστα, ότι κάθε χρόνο προκαλούνται γύρω στις 10 διαρροές, με αποτέλεσμα να καταλήγουν στη θάλασσα 100.000-150.000 τόνοι αργού πετρελαίου. Αντίστοιχο πρόβλημα δημιουργούν και οι καθαρισμοί των τάνκερ με χημικά, τα οποία μπορούν μακροπρόθεσμα να οδηγήσουν σε καρκινογενέσεις, αλλά και ενδοκρινολογικές διαταραχές.
Η Μεσόγειος είναι μια από τις πιο… πολυάσχολες και πολύβουες θάλασσες: 220 χιλιάδες πλοία άνω των 100 τόνων πλέουν κάθε χρόνο, όχι μόνο κουβαλώντας επικίνδυνα φορτία αλλά, επιπλέον, κάνοντας και πολύ έντονο θόρυβο. Ο θόρυβος αποσυντονίζει τους πληθυσμούς των κητωδών, οδηγώντας τα σε εκβρασμούς, πολλές φορές ακόμα και μαζικούς. «Τα ζώα στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην ακοή τους. Είναι σαν εμείς οι άνθρωποι να δεχόμαστε διαρκώς στερεοσκοπικά φλας», τονίζει ο Β. Παράβας.
Στην Ελλάδα
Στις ελληνικές θάλασσες έχουν καταγραφεί συνολικά δεκατρία είδη κητωδών, εκ των οποίων τα 8 είναι μόνιμοι κάτοικοι. Τα είδη δελφινιών είναι πέντε: ο ζιφιός, το ζωνοδέλφινο, το σταχτοδέλφινο, το κοινό και το στενόρυγχο δελφίνι, με το τελευταίο να θεωρείται περιστασιακός επισκέπτης. Το κοινό δελφίνι (Delphinus delphis) ήταν κάποτε το πιο διαδεδομένο είδος στη χώρα μας, όμως τα τελευταία 40 χρόνια ο πληθυσμός του έχει υποστεί σοβαρή μείωση, με αποτέλεσμα να θεωρείται κινδυνεύον. Το σταχτοδέλφινο, το ρινοδέλφινο και το ζωνοδέλφινο έχουν χαρακτηριστεί τρωτά, ενώ ο ζιφιός ανήκει στην κατηγορία των ανεπαρκώς γνωστών ειδών και το στενόρυγχο δελφίνι στα μη εκτιμημένα.
Δυστυχώς, παρόλο που από το 2009 οι οργανώσεις ΜΟm, WWF Ελλάς, Πέλαγος και η ιταλική Tethys, στο πλαίσιο του προγράμματος «Θάλασσα», προσπαθούν να καλύψουν τα κενά γνώσης σχετικά με τα συγκεκριμένα θηλαστικά και να συντάξουν την εθνική στρατηγική για την προστασία τους, δεν έχουν κατορθώσει ακόμη να καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με την απόλυτη αφθονία του πληθυσμού κάθε είδους. Το γεγονός αυτό δυσκολεύει κατά πολύ την υιοθέτηση των απαραίτητων μέτρων και, κατά συνέπεια, θέτει τα είδη σε άμεσο κίνδυνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου