ΒΟΙΩΤΙΑ, ΘΗΒΑ, ΛΙΒΑΔΕΙΑ, ΣΧΗΜΑΤΑΡΙ, ΟΙΝΟΦΥΤΑ, ΔΗΛΕΣΙ, ΑΝΤΙΚΥΡΑ, ΑΡΑΧΩΒΑ,ΑΛΙΑΡΤΟΣ,ΤΑΝΑΓΡΑ
Πέμπτη 24 Ιουνίου 2021
Μ. όπως Μιχάλης ή όπως Μίτια!
Ο Μ. Καραγάτσης γεννήθηκε στις 23 Ιουνίου του 1908 στην Αθήνα και το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτριος Ροδόπουλος. Είχε 4 αδέρφια, καταγόταν από εύπορη οικογένεια και ο πατέρας του ήταν δραστήριο πρόσωπο της πολιτικής τοπικής κοινωνίας. Έζησε σε πολλά μέρη της Ελλάδας λόγω των μεταθέσεων της οικογένειας αποκτώντας πλούσιες αναμνήσεις, σπούδασε νομικά, αλλά δεν άσκησε ποτέ το επάγγελμα του δικηγόρου.
Εν αρχή ασχολήθηκε με την ποίηση, αλλά γρήγορα τον κέρδισε η πεζογραφία και κατόπιν το μυθιστόρημα. Το πρώτο του διήγημα, με τίτλο η «Κυρία Νίτσα», εμπνευσμένο από τη δασκάλα του στο Δημοτικό η οποία αποτέλεσε τον πρώτο του έρωτα, βραβεύτηκε σε διαγωνισμό της Νέας Εστίας, δίνοντας στη σκυτάλη σε ένα πλούσιο, πολυσυζητημένο, αμφιλεγόμενο και άκρως ιδιαίτερο συγγραφικό έργο.
Αινιγματικής φύσεως συγγραφέας, δεν αποσαφήνισε ποτέ τι σήμαινε το «Μ» στο ψευδώνυμό του. Πολλοί υποστήριξαν ότι αναφερόταν στο όνομα Μίτια, που στα ρωσικά σημαίνει Δημήτρης λόγω της βαθιάς του αγάπης και εκτίμησης προς τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και το έργο του Αδερφοί Καραμάζοφ. Άλλοι πάλι απέδωσαν το «Μ» στο όνομα Μιχάλης, όνομα που χρησιμοποιήθηκε στα βιβλία σταθμούς του συγγραφέα «Γιούγκερμαν» και «Ο μεγάλος ύπνος», μένοντας όλοι με την απορία μιας και ο ίδιος δεν απάντησε ποτέ σε σχετική ερώτηση.
Ο Καραγάτσης, πολυσχιδή προσωπικότητα, χαρακτηρίστηκε σοβαρός, περίεργος, αγέλαστος με επιβλητική φυσιογνωμία, μα ταυτόχρονα ατίθασος, εκρηκτικός και υπερευαίσθητος. Με τον πληθωρικό του λόγο δημιούργησε αριστουργήματα από τα οποία ξεπηδούσαν τολμηροί ήρωες με αδυναμίες και πάθη, με χιούμορ που σου κρατούσαν σε όλες τις σελίδες αμείωτο το ενδιαφέρον και στο τέλος της ανάγνωσης σε τροφοδοτούσαν με για γλυκόξινη πολλές φορές μελαγχολία.
Ιδιόρρυθμος χαρακτήρας που δύσκολα συγχωρούσε αγγίζοντας τα άκρα, απομακρύνθηκε από τον δεσποτικό πατέρα του λόγω της αγάπης του για το γράψιμο και δεν υποχώρησε ούτε την ύστατη στιγμή του θανάτου. Απεικονίζεται αντιφατικός και πολύπλοκος, διχάζοντας κατ’ επανάληψη κριτικούς και κοινό για τις ιδέες που πραγματεύονταν τα έργα του, προσπαθώντας να εντάξει στην ελληνική κοινωνία τον ξενόφερτο ήρωα, να τον αφομοιώσει, να τον προσαρμόσει στα δεδομένα της τότε εποχής, χωρίς πάντα να στέφεται με επιτυχία το εγχείρημα του.
Νυμφεύτηκε τη Νίκη Καρυστινάκη, ζωγράφο στο επάγγελμα και απέκτησαν μια κόρη, τη Μαρινα, η οποία πήρε το όνομά της από την ηρωίδα του βιβλίου του «Η μεγάλη χίμαιρα».
Αποτέλεσε ένα από τα κορυφαία μέλη της «γενιά του 30» και βιβλία του όπως Συνταγματάρχης Λιάπκιν, ο κίτρινος φάκελος, το χαμένο νησί, Σέργιος και Βάκχος, Αίμα χαμένο και κερδισμένο, Ο θάνατος κι ο Θόδωρος μεταφέρθηκαν στην τηλεόραση και στο θεατρικό σανίδι, εξακολουθούν να είναι επίκαιρα, ρεαλιστικά με μια δόση φαντασίας, ηθογραφικά και προκλητικά από πολλές απόψεις.
Κάποιοι τον είπαν κακό και άλλοι χαρισματικό λογοτέχνη, ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του ευπρεπή μετριότητα λόγω της εγωιστικής του φύσης και μιας παράτολμης αυταρέσκειας. Η οικογένειά του αποδέχτηκε την καυστική του πλευρά, την αδυναμία του στην ησυχία, τη λατρεία του για τη συνεχή μετακόμιση και τον έρωτά του για μια μοναχική ζωή, μακριά από το βόμβο της πόλης.
Ασχολήθηκε με την πολιτική χωρίς επιτυχία, με την κριτική θεάτρου με μια δόση καυστικότητας, με τη διαφήμιση ως χαρισματικός μυθοπλάστης και το 1958, έτος που σημάδεψε τη ζωή του, θα συνυπογράψει το βιβλίο «Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων» μαζί με τους Άγγελο Τερζάκη, Ηλία Βενέζη και Στρατή Μυριβήλη. Την ίδια χρονιά παθαίνει καρδιακή προσβολή, κάτι που αντί να τον απομακρύνει από τη συγγραφή, τον εμπνέει πιότερο.
Κύκνειο άσμα του θα αποτελέσει το βιβλίο του «Το Δέκα», το οποίο δεν κατάφερε να ολοκληρώσει λόγω του αιφνίδιου θανάτου του στις 14 Σεπτεμβρίου του 1960, παρόλα ταύτα εκδόθηκε ημιτελές εν τη απουσία του, χαρίζοντας ένα ακόμα κειμήλιο στο πολυάριθμο αναγνωστικό κοινό του.
Υπηρέτησε τη λαχτάρα και επιθυμία του για αλήθεια με το όποιο τίμημα, εξέφραζε πάντα την άποψή του όσο κι αν ενοχλούσε, έμεινε προσηλωμένος στις αυστηρών αρχών ιδέες του και αποτέλεσε κατά τους ειδικούς, πηγή έμπνευσης για πολλούς νεότερους συγγραφείς.
Έκλεισε τον κύκλο της ζωής του με τη φράση «ας γελάσω», δηλώνοντας για ακόμα μια φορά την αινιγματικότητά του και διχάζοντας το κοινό για την επεξήγηση της ύστατης πρότασης.
Αλήθεια τι εννοούσε? Τα σχόλια, δικά σας…
Κατερίνα Σιδέρη
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου